Ο ΕΒΡΑΙΟΣ ΚΙΣΣΙΓΚΕΡ |
Η βία της παγκοσμιοποίησης
Είναι, άραγε, μοιραία η παγκοσμιοποίηση;
Όλοι οι πολιτισμοί, εκτός από τον δικό μας, είχαν γλιτώσει, κατά κάποιον τρόπο, από τη μοιραία εξέλιξη της αδιάφορης ανταλλαγής. - Πού είναι, άραγε, το κρίσιμο σημείο του περάσματος στο οικουμενικό, και έπειτα στο παγκόσμιο; - Ποιος είναι, άραγε, αυτός ο ίλιγγος που οδηγεί τον κόσμο στην αφηρημένη έννοια της Ιδέας, και αυτός ο άλλος ίλιγγος που ωθεί στην άνευ όρων πραγμάτωση της Ιδέας;
Γιατί το οικουμενικό ήταν μια Ιδέα. Όταν αυτή πραγματώνεται μέσα στο παγκόσμιο, αυτοκτονεί ως Ιδέα, ως ιδανικός σκοπός. Αφού το ανθρώπινο έγινε η μόνη αρχή αναφοράς, αφού η ενυπάρχουσα στον ίδιο της τον εαυτό ανθρωπότητα κατέλαβε την κενή θέση του νεκρού Θεού, στο εξής το ανθρώπινο βασιλεύει μόνο του, αλλά δεν έχει πια τελικό σκοπό.
Μην έχοντας πια εχθρό, τον δημιουργεί από μέσα του και εκκρίνει κάθε είδους απάνθρωπες μεταστάσεις.
Ιογενής βία
Από εκεί προκύπτει αυτή η βία του παγκόσμιου -βία ενός συστήματος που καταδιώκει κάθε μορφή αρνητικότητας, κάθε μορφή ιδιαιτερότητας, συμπεριλαμβανομένης και της ύψιστης μορφής ιδιαιτερότητας που είναι ο ίδιος ο θάνατος- βία μιας κοινωνίας όπου μας απαγορεύεται εικονικά η σύγκρουση, μας απαγορεύεται ο θάνατος, βία η οποία θέτει τέλος, κατά κάποιον τρόπο, στην ίδια τη βία, και η οποία εργάζεται για να εγκαθιδρύσει έναν κόσμο χειραφετημένο από κάθε φυσική τάξη, είτε πρόκειται για τη φυσική τάξη του σώματος, του φύλου, της γέννησης ή του θανάτου.
Θα έπρεπε αντί για βία να μιλούμε για επιθετικότητα. Αυτή η βία είναι ιογενής: λειτουργεί μεταδοτικά, με αλυσιδωτές αντιδράσεις και καταστρέφει σιγά σιγά κάθε δική μας ανοσία και τη δυνατότητά μας για αντίσταση. Ωστόσο, το παιχνίδι δεν κρίθηκε και η παγκοσμιοποίηση δεν έχει κερδίσει εκ των προτέρων.
Απέναντι σε αυτή τη δύναμη που ομογενοποιεί και διαλύει, βλέπουμε να ξεσηκώνονται παντού ετερόκλητες δυνάμεις -όχι μόνο διαφορετικές, αλλά και ανταγωνιστικές. Πίσω από τις όλο και πιο ζωντανές αντιστάσεις απέναντι στην παγκοσμιοποίηση, αντιστάσεις κοινωνικές και πολιτικές, πρέπει να δούμε κάτι περισσότερο από μια αρχαϊκή άρνηση: ένα είδος σπαρακτικού αναθεωρητισμού όσον αφορά τα κεκτημένα της νεωτερικότητας και της «προόδου», απόρριψης όχι μόνο της παγκόσμιας τεχνοδομής, αλλά και της διανοητικής δομής της ισοτιμίας όλων των πολιτισμών.
Αυτή η ανάδυση μπορεί να πάρει βίαιες όψεις, όψεις ανωμαλίας, όψεις παράλογες σε σχέση με τη φωτισμένη σκέψη μας -εθνικές, θρησκευτικές, γλωσσικές, συλλογικές μορφές- αλλά επίσης ατομικές μορφές στο επίπεδο της συμπεριφοράς ή νευρωτικές μορφές. Θα ήταν λάθος να καταδικάσει κανείς αυτές τις εκρήξεις ως λαϊκιστικές, αρχαϊκές, ακόμη και τρομοκρατικές.
Οτιδήποτε αποτελεί γεγονός σήμερα, γίνεται ενάντια σε αυτή την αφηρημένη οικουμενικότητα -συμπεριλαμβανόμενου του ανταγωνισμού του Ισλάμ στις δυτικές αξίες (επειδή αυτό αποτελεί την πιο σφοδρή αμφισβήτησή τους, γι' αυτό είναι σήμερα ο μεγαλύτερος εχθρός).
- Ποιος μπορεί να νικήσει το παγκόσμιο σύστημα;
Σίγουρα όχι το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης, το οποίο δεν έχει ως στόχο του παρά να εμποδίσει την απορύθμιση. Η πολιτική επίδρασή του μπορεί να είναι σημαντική, η συμβολική επίδρασή του όμως είναι μηδαμινή. Αυτή η βία είναι ένα ακόμη είδος εσωτερικής περιπέτειας που το σύστημα μπορεί να ξεπεράσει παραμένοντας κυρίαρχος του παιχνιδιού. Αυτό που μπορεί να νικήσει το σύστημα δεν είναι οι θετικές εναλλακτικές λύσεις, είναι οι ιδιαιτερότητες. Όμως αυτές δεν είναι ούτε θετικές, ούτε αρνητικές. Δεν αποτελούν εναλλακτική λύση, απλώς είναι άλλης τάξης.
Δεν υπακούουν πια σε αξιολόγηση, ούτε σε αρχή πολιτικής πραγματικότητας. Μπορούν, λοιπόν, να είναι το καλύτερο ή το χειρότερο. Δεν μπορούμε, όμως, να τις συσπειρώσουμε σε μια συνολική ιστορική δράση. Νικούν κάθε μοναδική και κυρίαρχη σκέψη, αλλά δεν αποτελούν μία αντίπαλη μοναδική σκέψη -εφευρίσκουν το παιχνίδι τους και τους δικούς τους κανόνες του παιχνιδιού. Οι ιδιαιτερότητες δεν είναι αναγκαστικά βίαιες, και υπάρχουν λεπτές ιδιαιτερότητες, όπως των γλωσσών, της τέχνης, του σώματος ή του πολιτισμού.
Αλλά υπάρχουν και βίαιες ιδιαιτερότητες - και η τρομοκρατία είναι μία από αυτές. Είναι αυτή που εκδικείται όλους τους ιδιαίτερους πολιτισμούς, οι οποίοι πλήρωσαν με την εξαφάνισή τους την εγκαθίδρυση αυτής της μοναδικής παγκόσμιας δύναμης. Δεν πρόκειται λοιπόν για μια «σύγκρουση πολιτισμών», αλλά για μια αντιπαράθεση, σχεδόν ανθρωπολογική, ανάμεσα σε ένα οικουμενικό πολιτισμό χωρίς διαφοροποιήσεις και σε όλα αυτά τα οποία, σε οποιονδήποτε τομέα, κρατούν κάτι από μια ακατανίκητη ετερότητα.
Ο νόμος της ισοτιμίας
Θα έπρεπε αντί για βία να μιλούμε για επιθετικότητα. Αυτή η βία είναι ιογενής: λειτουργεί μεταδοτικά, με αλυσιδωτές αντιδράσεις και καταστρέφει σιγά σιγά κάθε δική μας ανοσία και τη δυνατότητά μας για αντίσταση. Ωστόσο, το παιχνίδι δεν κρίθηκε και η παγκοσμιοποίηση δεν έχει κερδίσει εκ των προτέρων.
Απέναντι σε αυτή τη δύναμη που ομογενοποιεί και διαλύει, βλέπουμε να ξεσηκώνονται παντού ετερόκλητες δυνάμεις -όχι μόνο διαφορετικές, αλλά και ανταγωνιστικές. Πίσω από τις όλο και πιο ζωντανές αντιστάσεις απέναντι στην παγκοσμιοποίηση, αντιστάσεις κοινωνικές και πολιτικές, πρέπει να δούμε κάτι περισσότερο από μια αρχαϊκή άρνηση: ένα είδος σπαρακτικού αναθεωρητισμού όσον αφορά τα κεκτημένα της νεωτερικότητας και της «προόδου», απόρριψης όχι μόνο της παγκόσμιας τεχνοδομής, αλλά και της διανοητικής δομής της ισοτιμίας όλων των πολιτισμών.
Αυτή η ανάδυση μπορεί να πάρει βίαιες όψεις, όψεις ανωμαλίας, όψεις παράλογες σε σχέση με τη φωτισμένη σκέψη μας -εθνικές, θρησκευτικές, γλωσσικές, συλλογικές μορφές- αλλά επίσης ατομικές μορφές στο επίπεδο της συμπεριφοράς ή νευρωτικές μορφές. Θα ήταν λάθος να καταδικάσει κανείς αυτές τις εκρήξεις ως λαϊκιστικές, αρχαϊκές, ακόμη και τρομοκρατικές.
Οτιδήποτε αποτελεί γεγονός σήμερα, γίνεται ενάντια σε αυτή την αφηρημένη οικουμενικότητα -συμπεριλαμβανόμενου του ανταγωνισμού του Ισλάμ στις δυτικές αξίες (επειδή αυτό αποτελεί την πιο σφοδρή αμφισβήτησή τους, γι' αυτό είναι σήμερα ο μεγαλύτερος εχθρός).
- Ποιος μπορεί να νικήσει το παγκόσμιο σύστημα;
Σίγουρα όχι το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης, το οποίο δεν έχει ως στόχο του παρά να εμποδίσει την απορύθμιση. Η πολιτική επίδρασή του μπορεί να είναι σημαντική, η συμβολική επίδρασή του όμως είναι μηδαμινή. Αυτή η βία είναι ένα ακόμη είδος εσωτερικής περιπέτειας που το σύστημα μπορεί να ξεπεράσει παραμένοντας κυρίαρχος του παιχνιδιού. Αυτό που μπορεί να νικήσει το σύστημα δεν είναι οι θετικές εναλλακτικές λύσεις, είναι οι ιδιαιτερότητες. Όμως αυτές δεν είναι ούτε θετικές, ούτε αρνητικές. Δεν αποτελούν εναλλακτική λύση, απλώς είναι άλλης τάξης.
Δεν υπακούουν πια σε αξιολόγηση, ούτε σε αρχή πολιτικής πραγματικότητας. Μπορούν, λοιπόν, να είναι το καλύτερο ή το χειρότερο. Δεν μπορούμε, όμως, να τις συσπειρώσουμε σε μια συνολική ιστορική δράση. Νικούν κάθε μοναδική και κυρίαρχη σκέψη, αλλά δεν αποτελούν μία αντίπαλη μοναδική σκέψη -εφευρίσκουν το παιχνίδι τους και τους δικούς τους κανόνες του παιχνιδιού. Οι ιδιαιτερότητες δεν είναι αναγκαστικά βίαιες, και υπάρχουν λεπτές ιδιαιτερότητες, όπως των γλωσσών, της τέχνης, του σώματος ή του πολιτισμού.
Αλλά υπάρχουν και βίαιες ιδιαιτερότητες - και η τρομοκρατία είναι μία από αυτές. Είναι αυτή που εκδικείται όλους τους ιδιαίτερους πολιτισμούς, οι οποίοι πλήρωσαν με την εξαφάνισή τους την εγκαθίδρυση αυτής της μοναδικής παγκόσμιας δύναμης. Δεν πρόκειται λοιπόν για μια «σύγκρουση πολιτισμών», αλλά για μια αντιπαράθεση, σχεδόν ανθρωπολογική, ανάμεσα σε ένα οικουμενικό πολιτισμό χωρίς διαφοροποιήσεις και σε όλα αυτά τα οποία, σε οποιονδήποτε τομέα, κρατούν κάτι από μια ακατανίκητη ετερότητα.
Ο νόμος της ισοτιμίας
Για την παγκόσμια δύναμη, η οποία είναι εξίσου ολοκληρωτική με τη θρησκευτική ορθοδοξία, όλες οι διαφορετικές και παράξενες μορφές είναι αιρέσεις. Με αυτή την έννοια, προορίζονται είτε να γυρίσουν, θέλοντας και μη, στην παγκόσμια τάξη, είτε να εξαφανιστούν.
Η αποστολή της Δύσης (ή μάλλον της πρώην Δύσης, αφού δεν έχει πια εδώ και καιρό ιδιαίτερες αξίες) είναι να υποτάξει με όλα τα μέσα τους πολλαπλούς πολιτισμούς στον ανελέητο νόμο της ισοτιμίας. Ένας πολιτισμός που έχασε τις αξίες του δεν μπορεί παρά να εκδικείται τις αξίες των άλλων.
Ακόμη και οι πόλεμοι -όπως για παράδειγμα του Αφγανιστάν- σκοπεύουν κατ' αρχήν, πέρα από τις πολιτικές ή οικονομικές στρατηγικές, να εξομαλύνουν την αγριότητα, να ευθυγραμμίσουν όλους τους τόπους. Ο στόχος τους είναι να περιορίσουν κάθε ανυπότακτη ζώνη, να αποικήσουν και να εξημερώσουν όλους τους άγριους χώρους, είτε είναι στο γεωγραφικό χώρο είτε στο πνευματικό σύμπαν.
Η εγκαθίδρυση του παγκόσμιου συστήματος είναι το αποτέλεσμα μιας άγριας ζήλιας: της ζήλιας ενός πολιτισμού αδιάφορου και φθηνής ευκρίνειας, απέναντι στους πολιτισμούς υψηλής ευκρίνειας -της ζήλιας των συστημάτων αυτών που έχουν απογοητευτεί, συστημάτων που είναι χωρίς ένταση, απέναντι στους πολιτισμούς υψηλής έντασης-, της ζήλιας των κοινωνιών που έχουν αποβάλει τον ιερό χαρακτήρα απέναντι στους πολιτισμούς ή τις μορφές που διατηρούν το στοιχείο της θυσίας.
Για ένα τέτοιο σύστημα, κάθε ανυπότακτη μορφή είναι δυνητικά τρομοκρατική . Έτσι και στην περίπτωση του Αφγανιστάν. Το γεγονός ότι, σε έναν τόπο, μπορούν να απαγορευτούν όλες οι «δημοκρατικές» ελευθερίες -η μουσική, η τηλεόραση ή ακόμη και η θέα του προσώπου των γυναικών- , το γεγονός ότι μια χώρα μπορεί να αποτελεί το πλήρες αντίθετο αυτού που αποκαλούμε πολιτισμό, όποια κι αν είναι η θρησκευτική αρχή την οποία επικαλούνται, αυτό είναι αφόρητο στον υπόλοιπο «ελεύθερο» κόσμο. Δεν υπάρχει περίπτωση να αποκηρυχθεί η οικουμενική αξίωση της νεωτερικότητας.
Το γεγονός ότι αυτή δεν εμφανίζεται ως το αυταπόδεικτο Καλό και ως το φυσιολογικό ιδανικό του είδους, το γεγονός ότι αμφισβητείται η οικουμενικότητα των ηθών μας και των αξιών μας, έστω και για ορισμένα πνεύματα που χαρακτηρίζονται αμέσως φανατικοί, αυτό είναι εγκληματικό από την άποψη της μοναδικής σκέψης και της συναινετικής προοπτικής της Δύσης. Αυτή η αντιπαράθεση δεν μπορεί να γίνει κατανοητή παρά μόνο στο φως της συμβολικής υποχρέωσης.
Για να καταλάβουμε το μίσος του υπόλοιπου κόσμου απέναντι στη Δύση, πρέπει να ανατρέψουμε όλες τις προοπτικές. Δεν είναι το μίσος αυτών από τους οποίους πήραμε τα πάντα και στους οποίους δεν δώσαμε τίποτε, είναι το μίσος αυτών στους οποίους δώσαμε τα πάντα χωρίς να μπορούν εκείνοι να το ανταποδώσουν. Δεν είναι λοιπόν το μίσος της αποστέρησης και της εκμετάλλευσης, είναι το μίσος της ταπείνωσης.
Και σε αυτήν απαντά η τρομοκρατία της 11ης Σεπτεμβρίου: ταπείνωση ενάντια στην ταπείνωση.
Η βία του Καλάι
Το χειρότερο για την παγκόσμια δύναμη δεν είναι να δεχθεί επίθεση ή να καταστραφεί, είναι να ταπεινωθεί. Και ταπεινώθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου, γιατί οι τρομοκράτες της κατάφεραν τότε κάτι που δεν μπορεί να ανταποδώσει. Όλα τα αντίποινα δεν είναι παρά ένα εργαλείο φυσικής απάντησης, ενώ εκείνη διαλύθηκε σε συμβολικό επίπεδο. Ο πόλεμος απαντά στην επίθεση, αλλά όχι στην πρόκληση. Η πρόκληση δεν μπορεί να απαντηθεί παρά με την αντίστοιχη ταπείνωση του άλλου (αλλά σίγουρα όχι συντρίβοντάς τον με τις βόμβες, ούτε κλείνοντάς τον ως σκυλί στο Γκουαντανάμο).
Η βάση κάθε κυριαρχίας είναι η απουσία του αντισταθμίσματος -πάντοτε σύμφωνα με το θεμελιώδη κανόνα. Το μονόπλευρο δώρο είναι πράξη εξουσίας. Και η αυτοκρατορία του Καλού, η βία του Καλού, είναι ακριβώς να δίνεις χωρίς να είναι δυνατή η ανταπόδοση. Είναι να κατέχεις τη θέση του Θεού ή του Αφέντη, ο οποίος σώζει τη ζωή του σκλάβου, με αντάλλαγμα την εργασία του (αλλά η εργασία δεν είναι μια συμβολική ανταπόδοση, η μόνη απάντηση είναι, λοιπόν, τελικά η εξέγερση και ο θάνατος).
Επιπλέον, ο Θεός άφηνε χώρο στη θυσία. Στην παραδοσιακή τάξη, υπάρχει πάντα η πιθανότητα να ανταποδώσεις, στο Θεό, στη φύση, ή σε οποιαδήποτε αρχή, με τη μορφή της θυσίας. Αυτό είναι που εξασφαλίζει τη συμβολική ισορροπία των όντων και των πραγμάτων. Σήμερα, δεν έχουμε πια κανέναν στον οποίο να ανταποδώσουμε, στον οποίο να επιστρέψουμε το συμβολικό χρέος -και αυτό είναι η κατάρα του πολιτισμού μας. Δεν είναι ότι το δώρο θα ήταν αδύνατο, είναι ότι το ανταποδοτικό δώρο είναι αδύνατο, αφού όλοι οι δρόμοι της θυσίας έχουν εξουδετερωθεί και κοπεί (δεν απομένει πια παρά μια παρωδία θυσίας, εμφανής σε όλες τις σύγχρονες μορφές της θυματοποίησης).
Βρισκόμαστε λοιπόν στην αμείλικτη κατάσταση να δεχόμαστε, πάντοτε να δεχόμαστε, όχι πια από το Θεό ή από τη φύση, αλλά από ένα τεχνικό σύστημα γενικευμένης ανταλλαγής και γενικής ανταμοιβής.
Τα πάντα μας έχουν δοθεί εικονικά, και έχουμε δικαίωμα σε όλα, θέλοντας και μη. Βρισκόμαστε στην κατάσταση των σκλάβων στους οποίους χάρισαν τη ζωή, και οι οποίοι δεσμεύονται από ένα ανεκπλήρωτο χρέος. Όλα αυτά μπορούν να λειτουργούν για καιρό χάρη στην ένταξή τους στην ανταλλαγή και στην οικονομική τάξη, αλλά, σε μια ορισμένη στιγμή, ο θεμελιώδης κανόνας επιβάλλεται, και σε αυτή τη θετική μεταφορά απαντά αναπόφευκτα μια αρνητική ανταποδοτική μεταφορά, μία βίαιη αφύπνιση από αυτή την αιχμάλωτη ζωή, από αυτή την προστατευμένη ύπαρξη, από αυτό τον κορεσμό της ύπαρξης.
Η υπερβολή της δύναμης
Η αποστολή της Δύσης (ή μάλλον της πρώην Δύσης, αφού δεν έχει πια εδώ και καιρό ιδιαίτερες αξίες) είναι να υποτάξει με όλα τα μέσα τους πολλαπλούς πολιτισμούς στον ανελέητο νόμο της ισοτιμίας. Ένας πολιτισμός που έχασε τις αξίες του δεν μπορεί παρά να εκδικείται τις αξίες των άλλων.
Ακόμη και οι πόλεμοι -όπως για παράδειγμα του Αφγανιστάν- σκοπεύουν κατ' αρχήν, πέρα από τις πολιτικές ή οικονομικές στρατηγικές, να εξομαλύνουν την αγριότητα, να ευθυγραμμίσουν όλους τους τόπους. Ο στόχος τους είναι να περιορίσουν κάθε ανυπότακτη ζώνη, να αποικήσουν και να εξημερώσουν όλους τους άγριους χώρους, είτε είναι στο γεωγραφικό χώρο είτε στο πνευματικό σύμπαν.
Η εγκαθίδρυση του παγκόσμιου συστήματος είναι το αποτέλεσμα μιας άγριας ζήλιας: της ζήλιας ενός πολιτισμού αδιάφορου και φθηνής ευκρίνειας, απέναντι στους πολιτισμούς υψηλής ευκρίνειας -της ζήλιας των συστημάτων αυτών που έχουν απογοητευτεί, συστημάτων που είναι χωρίς ένταση, απέναντι στους πολιτισμούς υψηλής έντασης-, της ζήλιας των κοινωνιών που έχουν αποβάλει τον ιερό χαρακτήρα απέναντι στους πολιτισμούς ή τις μορφές που διατηρούν το στοιχείο της θυσίας.
Για ένα τέτοιο σύστημα, κάθε ανυπότακτη μορφή είναι δυνητικά τρομοκρατική . Έτσι και στην περίπτωση του Αφγανιστάν. Το γεγονός ότι, σε έναν τόπο, μπορούν να απαγορευτούν όλες οι «δημοκρατικές» ελευθερίες -η μουσική, η τηλεόραση ή ακόμη και η θέα του προσώπου των γυναικών- , το γεγονός ότι μια χώρα μπορεί να αποτελεί το πλήρες αντίθετο αυτού που αποκαλούμε πολιτισμό, όποια κι αν είναι η θρησκευτική αρχή την οποία επικαλούνται, αυτό είναι αφόρητο στον υπόλοιπο «ελεύθερο» κόσμο. Δεν υπάρχει περίπτωση να αποκηρυχθεί η οικουμενική αξίωση της νεωτερικότητας.
Το γεγονός ότι αυτή δεν εμφανίζεται ως το αυταπόδεικτο Καλό και ως το φυσιολογικό ιδανικό του είδους, το γεγονός ότι αμφισβητείται η οικουμενικότητα των ηθών μας και των αξιών μας, έστω και για ορισμένα πνεύματα που χαρακτηρίζονται αμέσως φανατικοί, αυτό είναι εγκληματικό από την άποψη της μοναδικής σκέψης και της συναινετικής προοπτικής της Δύσης. Αυτή η αντιπαράθεση δεν μπορεί να γίνει κατανοητή παρά μόνο στο φως της συμβολικής υποχρέωσης.
Για να καταλάβουμε το μίσος του υπόλοιπου κόσμου απέναντι στη Δύση, πρέπει να ανατρέψουμε όλες τις προοπτικές. Δεν είναι το μίσος αυτών από τους οποίους πήραμε τα πάντα και στους οποίους δεν δώσαμε τίποτε, είναι το μίσος αυτών στους οποίους δώσαμε τα πάντα χωρίς να μπορούν εκείνοι να το ανταποδώσουν. Δεν είναι λοιπόν το μίσος της αποστέρησης και της εκμετάλλευσης, είναι το μίσος της ταπείνωσης.
Και σε αυτήν απαντά η τρομοκρατία της 11ης Σεπτεμβρίου: ταπείνωση ενάντια στην ταπείνωση.
Η βία του Καλάι
Το χειρότερο για την παγκόσμια δύναμη δεν είναι να δεχθεί επίθεση ή να καταστραφεί, είναι να ταπεινωθεί. Και ταπεινώθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου, γιατί οι τρομοκράτες της κατάφεραν τότε κάτι που δεν μπορεί να ανταποδώσει. Όλα τα αντίποινα δεν είναι παρά ένα εργαλείο φυσικής απάντησης, ενώ εκείνη διαλύθηκε σε συμβολικό επίπεδο. Ο πόλεμος απαντά στην επίθεση, αλλά όχι στην πρόκληση. Η πρόκληση δεν μπορεί να απαντηθεί παρά με την αντίστοιχη ταπείνωση του άλλου (αλλά σίγουρα όχι συντρίβοντάς τον με τις βόμβες, ούτε κλείνοντάς τον ως σκυλί στο Γκουαντανάμο).
Η βάση κάθε κυριαρχίας είναι η απουσία του αντισταθμίσματος -πάντοτε σύμφωνα με το θεμελιώδη κανόνα. Το μονόπλευρο δώρο είναι πράξη εξουσίας. Και η αυτοκρατορία του Καλού, η βία του Καλού, είναι ακριβώς να δίνεις χωρίς να είναι δυνατή η ανταπόδοση. Είναι να κατέχεις τη θέση του Θεού ή του Αφέντη, ο οποίος σώζει τη ζωή του σκλάβου, με αντάλλαγμα την εργασία του (αλλά η εργασία δεν είναι μια συμβολική ανταπόδοση, η μόνη απάντηση είναι, λοιπόν, τελικά η εξέγερση και ο θάνατος).
Επιπλέον, ο Θεός άφηνε χώρο στη θυσία. Στην παραδοσιακή τάξη, υπάρχει πάντα η πιθανότητα να ανταποδώσεις, στο Θεό, στη φύση, ή σε οποιαδήποτε αρχή, με τη μορφή της θυσίας. Αυτό είναι που εξασφαλίζει τη συμβολική ισορροπία των όντων και των πραγμάτων. Σήμερα, δεν έχουμε πια κανέναν στον οποίο να ανταποδώσουμε, στον οποίο να επιστρέψουμε το συμβολικό χρέος -και αυτό είναι η κατάρα του πολιτισμού μας. Δεν είναι ότι το δώρο θα ήταν αδύνατο, είναι ότι το ανταποδοτικό δώρο είναι αδύνατο, αφού όλοι οι δρόμοι της θυσίας έχουν εξουδετερωθεί και κοπεί (δεν απομένει πια παρά μια παρωδία θυσίας, εμφανής σε όλες τις σύγχρονες μορφές της θυματοποίησης).
Βρισκόμαστε λοιπόν στην αμείλικτη κατάσταση να δεχόμαστε, πάντοτε να δεχόμαστε, όχι πια από το Θεό ή από τη φύση, αλλά από ένα τεχνικό σύστημα γενικευμένης ανταλλαγής και γενικής ανταμοιβής.
Τα πάντα μας έχουν δοθεί εικονικά, και έχουμε δικαίωμα σε όλα, θέλοντας και μη. Βρισκόμαστε στην κατάσταση των σκλάβων στους οποίους χάρισαν τη ζωή, και οι οποίοι δεσμεύονται από ένα ανεκπλήρωτο χρέος. Όλα αυτά μπορούν να λειτουργούν για καιρό χάρη στην ένταξή τους στην ανταλλαγή και στην οικονομική τάξη, αλλά, σε μια ορισμένη στιγμή, ο θεμελιώδης κανόνας επιβάλλεται, και σε αυτή τη θετική μεταφορά απαντά αναπόφευκτα μια αρνητική ανταποδοτική μεταφορά, μία βίαιη αφύπνιση από αυτή την αιχμάλωτη ζωή, από αυτή την προστατευμένη ύπαρξη, από αυτό τον κορεσμό της ύπαρξης.
Η υπερβολή της δύναμης
Αυτή η αντιστροφή παίρνει τη μορφή είτε της ανοιχτής βίας (η τρομοκρατία είναι τμήμα της), είτε της ανίσχυρης άρνησης, που είναι χαρακτηριστικό της νεωτερικότητάς μας, του μίσους προς τον εαυτό μας και των τύψεων, όλων των αρνητικών παθών που είναι η υποβαθμισμένη μορφή του αδύνατου ανταποδοτικού δώρου. Αυτό που απεχθανόμαστε στον εαυτό μας, το σκοτεινό αντικείμενο της μνησικακίας μας, είναι αυτή η υπερβολή της πραγματικότητας, αυτή η υπερβολή της δύναμης και της άνεσης, αυτή η οικουμενική διαθεσιμότητα, αυτή η οριστική εκπλήρωση -η μοίρα που επιφυλάσσει κατά βάθος ο Μεγάλος Ιεροεξεταστής στις εξημερωμένες μάζες κατά τον Ντοστογιέφσκι. '
Η, είναι ακριβώς αυτό που αποδοκιμάζουν οι τρομοκράτες στον πολιτισμό μας -εξ ου και η απήχηση που βρίσκει η τρομοκρατία και η γοητεία που ασκεί. Η τρομοκρατία βασίζεται τόσο στην απελπισία των ταπεινωμένων και των προσβεβλημένων, όσο και στην αόρατη απελπισία των προνομιούχων της παγκοσμιοποίησης, στη δική μας υποταγή στην ολοκληρωτική τεχνολογία, στη συντριπτική εικονική πραγματικότητα, στην κυριαρχία των δικτύων και των προγραμμάτων που χαράσσουν ίσως την ενελικτική εικόνα ολόκληρου του είδους, του ανθρώπινου είδους που έγινε «παγκόσμιο» (η υπεροχή του ανθρώπινου είδους πάνω στον υπόλοιπο πλανήτη δεν είναι, άραγε, κατ' εικόνα της υπεροχής της Δύσης πάνω στον υπόλοιπο κόσμο;).
Και αυτή η αόρατη απελπισία -η δική μας- είναι αμετάκλητη, γιατί προκύπτει από την πραγματοποίηση όλων των επιθυμιών. Αν η τρομοκρατία προκύπτει έτσι από την υπερβολή της πραγματικότητας και την αδυναμία να υπάρξει ανταλλαγή, από την αφθονία χωρίς αντιστάθμισμα και από την αναγκαστική λύση των συγκρούσεων, τότε η αυταπάτη ότι θα ξεριζωθεί σαν ένα αντικειμενικό κακό είναι πλήρης, γιατί, έτσι όπως είναι, μέσα στον παραλογισμό της και στην έλλειψη νοήματός της, είναι η ετυμηγορία και η καταδίκη που αυτή η κοινωνία επιβάλλει στον εαυτό της.
Μπορούμε επίσης να υποστηρίξουμε ότι οι φυσικές καταστροφές είναι μια μορφή τρομοκρατίας. Τα μεγάλα τεχνολογικά δυστυχήματα, όπως του Τσερνομπίλ, είναι ταυτόχρονα τρομοκρατική πράξη και φυσική καταστροφή.
Η δηλητηρίαση με τοξικά αέρια στο Μποπάλ της Ινδίας -ένα τεχνολογικό δυστύχημα- θα μπορούσε να είναι τρομοκρατική πράξη. Οποιοδήποτε αεροπορικό δυστύχημα μπορεί να το διεκδικήσει μια τρομοκρατική οργάνωση. Το χαρακτηριστικό των παράλογων γεγονότων είναι ότι μπορούν να αποδοθούν σε οποιονδήποτε ή σε οτιδήποτε.
Οριακά, τα πάντα για τη φαντασία μπορούν να έχουν εγκληματική προέλευση, ακόμη και ένα κύμα ψύχους ή ένας σεισμός -άλλωστε δεν είναι κάτι καινούριο: κατά τη διάρκεια του σεισμού στο Τόκιο, το 1923, είδαμε να σφαγιάζονται χιλιάδες Κορεάτες που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για το σεισμό.
Σε ένα σύστημα τόσο ολοκληρωμένο όσο το δικό μας, τα πάντα έχουν το ίδιο αποτέλεσμα της αποσταθεροποίησης. Τα πάντα συγκλίνουν στην ατέλεια ενός συστήματος που ήθελε να εμφανίζεται ως αλάθητο. Και, από τη σκοπιά αυτού που ήδη υφιστάμεθα στο πλαίσιο της ορθολογικής και προγραμματικής κυριαρχίας του, μπορούμε να αναρωτηθούμε αν η χειρότερη καταστροφή δεν θα ήταν το αλάνθαστο του ίδιου του συστήματος.
JEAN BAUDRILLARD*
Η, είναι ακριβώς αυτό που αποδοκιμάζουν οι τρομοκράτες στον πολιτισμό μας -εξ ου και η απήχηση που βρίσκει η τρομοκρατία και η γοητεία που ασκεί. Η τρομοκρατία βασίζεται τόσο στην απελπισία των ταπεινωμένων και των προσβεβλημένων, όσο και στην αόρατη απελπισία των προνομιούχων της παγκοσμιοποίησης, στη δική μας υποταγή στην ολοκληρωτική τεχνολογία, στη συντριπτική εικονική πραγματικότητα, στην κυριαρχία των δικτύων και των προγραμμάτων που χαράσσουν ίσως την ενελικτική εικόνα ολόκληρου του είδους, του ανθρώπινου είδους που έγινε «παγκόσμιο» (η υπεροχή του ανθρώπινου είδους πάνω στον υπόλοιπο πλανήτη δεν είναι, άραγε, κατ' εικόνα της υπεροχής της Δύσης πάνω στον υπόλοιπο κόσμο;).
Και αυτή η αόρατη απελπισία -η δική μας- είναι αμετάκλητη, γιατί προκύπτει από την πραγματοποίηση όλων των επιθυμιών. Αν η τρομοκρατία προκύπτει έτσι από την υπερβολή της πραγματικότητας και την αδυναμία να υπάρξει ανταλλαγή, από την αφθονία χωρίς αντιστάθμισμα και από την αναγκαστική λύση των συγκρούσεων, τότε η αυταπάτη ότι θα ξεριζωθεί σαν ένα αντικειμενικό κακό είναι πλήρης, γιατί, έτσι όπως είναι, μέσα στον παραλογισμό της και στην έλλειψη νοήματός της, είναι η ετυμηγορία και η καταδίκη που αυτή η κοινωνία επιβάλλει στον εαυτό της.
Μπορούμε επίσης να υποστηρίξουμε ότι οι φυσικές καταστροφές είναι μια μορφή τρομοκρατίας. Τα μεγάλα τεχνολογικά δυστυχήματα, όπως του Τσερνομπίλ, είναι ταυτόχρονα τρομοκρατική πράξη και φυσική καταστροφή.
Η δηλητηρίαση με τοξικά αέρια στο Μποπάλ της Ινδίας -ένα τεχνολογικό δυστύχημα- θα μπορούσε να είναι τρομοκρατική πράξη. Οποιοδήποτε αεροπορικό δυστύχημα μπορεί να το διεκδικήσει μια τρομοκρατική οργάνωση. Το χαρακτηριστικό των παράλογων γεγονότων είναι ότι μπορούν να αποδοθούν σε οποιονδήποτε ή σε οτιδήποτε.
Οριακά, τα πάντα για τη φαντασία μπορούν να έχουν εγκληματική προέλευση, ακόμη και ένα κύμα ψύχους ή ένας σεισμός -άλλωστε δεν είναι κάτι καινούριο: κατά τη διάρκεια του σεισμού στο Τόκιο, το 1923, είδαμε να σφαγιάζονται χιλιάδες Κορεάτες που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για το σεισμό.
Σε ένα σύστημα τόσο ολοκληρωμένο όσο το δικό μας, τα πάντα έχουν το ίδιο αποτέλεσμα της αποσταθεροποίησης. Τα πάντα συγκλίνουν στην ατέλεια ενός συστήματος που ήθελε να εμφανίζεται ως αλάθητο. Και, από τη σκοπιά αυτού που ήδη υφιστάμεθα στο πλαίσιο της ορθολογικής και προγραμματικής κυριαρχίας του, μπορούμε να αναρωτηθούμε αν η χειρότερη καταστροφή δεν θα ήταν το αλάνθαστο του ίδιου του συστήματος.
JEAN BAUDRILLARD*
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες και να είστε κόσμιοι στις εκφράσεις σας. Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο με γκρικλις και ξένη γλώσσα θα διαγράφετε. Ευχαριστώ!