«Στο τέλος θα θυμόμαστε, όχι τα λόγια των εχθρών μας, αλλά, την σιωπή των φίλων μας»
«Το ποιο επικίνδυνο από όλα τα ηθικά διλήμματα είναι όταν, είμαστε υποχρεωμένοι να κρύβουμε την αλήθεια για να βοηθήσουμε την αλήθεια να νικήσει»
Το Λονδίνο θα πρέπει να συνηθίσει να διαβιεί ως μεσαία δύναμη

Jeremy Shapiro και Nick Witney



Περίληψη: Αντί να επιδοθεί σε φαντασιώσεις της Κοινοπολιτείας ή του Ινδο-Ειρηνικού, το Λονδίνο πρέπει να αναζητήσει τα πλεονεκτήματά του πιο κοντά στην πατρίδα, εκεί όπου μπορεί να χρησιμοποιήσει το νέο του καθεστώς ως ο κύριος εξωτερικός εταίρος της ΕΕ για να μεγεθύνει την παγκόσμια επιρροή του.

Ο JEREMY SHAPIRO είναι ερευνητικός διευθυντής στο European Council on Foreign Relations.

Ο NICK WITNEY είναι ανώτερος συνεργάτης Πολιτικής στο European Council on Foreign Relations.


Τα μεσάνυχτα τας 31ης Δεκεμβρίου 2020, το Ηνωμένο Βασίλειο ολοκλήρωσε την απόσυρσή του από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχοντας υπογράψει επιτέλους μια εμπορική συμφωνία που διέπει την σχέση μεταξύ των δύο πλευρών, το Λονδίνο «απελευθερώθηκε από το πτώμα που είναι η ΕΕ», όπως το έθεσαν δραματικά οι υπέρμαχοι του Brexit [1].

Το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν πλέον ελεύθερο να αναζητήσει το πεπρωμένο του ως «Παγκόσμια Βρετανία» («Global Britain») [2].

Ανεμίζοντας την σημαία της Ένωσης (Union Jack) στο Λονδίνο, τον Ιανουάριο του 2020. Henry Nicholls / Reuters

Αλλά πού βρίσκεται αυτό το πεπρωμένο; Ο Βρετανός πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, προώθησε το Brexit με την διασταλτική υπόσχεση [3] μιας «νέας Ελισαβετιανής εποχής» -μιας βρετανικής αναζωπύρωση σε όλο τον κόσμο. Οι Βρετανοί, όπως και οι πρόγονοί τους, θα μπορούσαν τώρα να πλεύσουν για νέους ορίζοντες -να δομήσουν μεγάλες εμπορικές συμφωνίες, να ξανασυνδεθούν με συμμάχους σύμφωνα με τους όρους του Λονδίνου, και να επαναβεβαιώσουν την αποστολή του Ηνωμένου Βασιλείου [4] ως μια «δύναμη για το καλό στον κόσμο».

Μια κυβερνητική έκθεση που κυκλοφόρησε πρόσφατα -«Η Βρετανία σε μια ανταγωνιστική εποχή»- αντικατοπτρίζει αυτή την αισιοδοξία. Το Ηνωμένο Βασίλειο, σημειώνει, θα αναδειχθεί ως μια «Υπερδύναμη Επιστήμης και Τεχνολογίας» και «θα συνεχίσει να φημίζεται για την ηγεσία μας στην ασφάλεια, την διπλωματία και την ανάπτυξη, την επίλυση συγκρούσεων και τη μείωση της φτώχειας».

Μια τέτοια αυτοπεποίθηση, ωστόσο, ταιριάζει άσχημα με την ζημία που υπέστη η χώρα κατά την διάρκεια της πανδημίας COVID-19. Το Ηνωμένο Βασίλειο υπέστη την χειρότερη οικονομική κρίση μεταξύ των κρατών του G-7 και τα ποσοστά του σε θανάτους ήταν από τα πιο υψηλά στην Ευρώπη. Από τότε, η κυβέρνηση έστησε μια εξαιρετικά επιτυχημένη εθνική προσπάθεια εμβολιασμού, αλλά δεν αλλάζει το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος των δύο τρισεκατομμυρίων λιρών βρίσκεται σε υψηλό 70 ετών και αυξάνεται γρήγορα.

Επομένως, το Ηνωμένο Βασίλειο θα έκανε καλύτερα να προσεγγίσει το επόμενο κεφάλαιο με λίγο περισσότερη ταπεινότητα. Η χώρα μπορεί ακόμα να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην διεθνή πολιτική εάν συμφιλιωθεί με τον ρόλο της μεσαίας δύναμης. Αντί να επιδοθεί σε φαντασιώσεις της Κοινοπολιτείας ή του Ινδο-Ειρηνικού, το Λονδίνο πρέπει να αναζητήσει τα πλεονεκτήματά του πιο κοντά στην πατρίδα -εκεί όπου μπορεί να χρησιμοποιήσει το νέο του καθεστώς ως ο κύριος εξωτερικός εταίρος της ΕΕ για να μεγεθύνει την παγκόσμια επιρροή του.

Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΠΟΦΕΥΚΤΗ

Οι Βρετανοί δεν είχαν πολλή όρεξη, και ούτε χρόνο, να συζητήσουν τις επιπτώσεις της νέας θέσης τους στον κόσμο πριν από την έναρξη ισχύος της εμπορικής συμφωνίας του Δεκεμβρίου. Μετά από πέντε χρόνια οργής, οι περισσότεροι απλά ήθελαν «να γίνει το Brexit.» Έτσι, παρόλο που ο υπέρ του Brexit Τύπος υποστήριξε τον διαπραγματευτικό θρίαμβο του Τζόνσον, η δημόσια διάθεση ήταν η ανακούφιση παρά ο θρίαμβος. Η συμφωνία συνέπεσε επίσης με την εμφάνιση μιας νέας και πιο μεταδοτικής παραλλαγής της COVID-19 στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Η Γαλλία, ως απάντηση, μπλοκάρισε σύντομα τα βρετανικά αγαθά και τους ταξιδιώτες. Το χάος που ακολούθησε απέδειξε την σημασία του εμπορίου σε ολόκληρη την αγγλική Μάγχη και ενίσχυσε αυτό που θα μπορούσε να σημαίνει αν η συμφωνία είχε αποτύχει να επιτευχθεί.

Τα βρετανικά ειδησεογραφικά μέσα έδειξαν γρήγορα τις πολύ πραγματικές αδυναμίες της συμφωνίας -μεταξύ αυτών, ότι ο Τζόνσον είχε υποτάξει τα οικονομικά συμφέροντα στις αντιληπτές απαιτήσεις περί βρετανικής κυριαρχίας. Ερευνητές προβλέπουν [5] πλήγμα 6% στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά την επόμενη δεκαετία και η ικανότητα του Ηνωμένου Βασιλείου να εξάγει υπηρεσίες στην ΕΕ παραμένει σε μεγάλο βαθμό υποκείμενη στις μελλοντικές αποφάσεις των Βρυξελλών. Πράγματι, πολύ μακριά από το «να γίνει», το Brexit θα αρχίσει τώρα να αγγίζει τα όριά του σχετικά με τις οικονομικές, πολιτικές και ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις του Λονδίνου με την Ευρώπη. Τον Ιανουάριο σημειώθηκε πτώση 40% στις εξαγωγές βρετανικών αγαθών προς την ΕΕ και οι συνεχιζόμενες εμπορικές διαφορές σχετικά με την Βόρεια Ιρλανδία αποκαλύπτουν ότι ο χωρισμός δεν ήταν ένα καθαρό και φιλικό διαζύγιο.

Οι φιλο-ευρωπαϊστές Βρετανοί θεωρούν συχνά αυτές τις εξελίξεις ως επιβεβαίωση της παρακμής του έθνους τους. Αλλά αυτή η θλίψη είναι υπερβολική. Το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει, προς το παρόν, η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, μια πυρηνική δύναμη, και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Διαθέτει έναν ισχυρό στρατό και τρομερό κλάδο ανάλυσης σημάτων, και ικανότητες στον κυβερνοχώρο -την πραγματική καρδιά της «ειδικής σχέσης» με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα παγκόσμια δίκτυα του Λονδίνου είναι σχεδόν μοναδικά εκτεταμένα. Το 2021, το Ηνωμένο Βασίλειο θα προεδρεύει του G-7 και της διάσκεψης COP26 για το κλίμα στην Γλασκώβη. Το έθνος ανήκει στην ολοένα και πιο σημαντική συνεργασία επί των πληροφοριών, Five Eyes, και πιθανότατα θα εμφανιστεί με εξέχοντα τρόπο στο σχέδιο του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, για να συσπειρώσει τις παγκόσμιες δημοκρατίες. Επιπλέον, οι Βρετανοί είναι προικισμένοι με την πιο ευέλικτη γλώσσα του κόσμου, της οποίας η θέση ως διεθνούς lingua franca έχει καταστήσει το BBC μια ασυναγώνιστη παγκόσμια φωνή και βοήθησε τα βρετανικά πανεπιστήμια, τα δικαστήρια και την διπλωματία να διατηρήσουν την εξέχουσα φήμη τους.

Επιπλέον, παρ’ όλη την διαρκή εχθρότητα του Brexit (η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έλαβε τίποτα περισσότερο από δύο αδιάφορα νεύματα στην πρόσφατη κυβερνητική ανασκόπηση του Johnson), το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει αδιαμφισβήτητα κοντά στους πρώην ηπειρωτικούς του εταίρους -γεωγραφικά, πολιτιστικά και οικονομικά. Κατά την διάρκεια της παρουσίας τους στην Ένωση, οι Βρετανοί γραφειοκράτες αποδείχθηκαν συχνά πολύ αποτελεσματικοί στην διασφάλιση των συμφερόντων της χώρας τους στις Βρυξέλλες σε θέματα όπως οι πολιτικές διεύρυνσης και κυρώσεων της ΕΕ, ακόμη και όταν έπαιξαν τον ρόλο τους ως εκπρόσωποι του πιο ανυπότακτου μέλους του σώματος. Αναμφισβήτητα, οι Βρετανοί ηγέτες έχουν τώρα ακόμη μεγαλύτερη ευκαιρία να επηρεάσουν την πολιτική της ΕΕ από έξω, με μεγαλύτερη ευελιξία από όση είχαν ως μέλος και περισσότερες δυνατότητες για αντίκτυπο από άλλες, πιο μακρινές εξωτερικές δυνάμεις.

Ως μη μέλος, αλλά με μια οικεία κατανόηση του περίπλοκου γραφειοκρατικού οργανισμού που είναι η ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο θα διατηρήσει μια ειδική ικανότητα να επηρεάζει τους κανόνες που έχουν σημασία για τους Βρετανούς πολίτες και να αγνοεί αυτούς που δημιουργούν μεγάλη τριβή. Ωστόσο, για να χρησιμοποιήσει αυτήν την λανθάνουσα ικανότητα, η κυβέρνηση Johnson πρέπει να είναι ιδεολογικά ευέλικτη.

ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

Το Λονδίνο μπορεί να περιηγηθεί καλύτερα στην μετα-Brexit εποχή παίζοντας στα δυνατά του σημεία και προφυλασσόμενο από περιττές δεσμεύσεις που προέρχονται περισσότερο από νοσταλγία παρά από στεγνά εθνικά συμφέροντα. Το κατά πόσον οι ηγέτες της χώρας είναι ικανοί για τέτοια μετριοπάθεια μπορεί να μετρηθεί μέσω της προσέγγισής τους στην «στροφή προς τον Ινδο-Ειρηνικό» που πρότειναν πρόσφατα.

Από τον Ψυχρό Πόλεμο, η ισχύς και ο πλούτος έχουν μετατοπιστεί από την Δύση προς την Ανατολή, τόσο ώστε το Ηνωμένο Βασίλειο να κοιτάζει τώρα προς τα ανατολικά αναζητώντας νέες αγορές, και η Κίνα να έχει γίνει πιο ισχυρή γεωπολιτικά.

Αλλά αυτές οι επακόλουθες αλλαγές δεν υπονοούν ότι η αποστολή του Βασιλικού Ναυτικού για περιπολίες στα κινεζικά παράκτια είναι η καλύτερη ή η μοναδική επιλογή του Λονδίνου -ειδικά καθώς η κυβέρνηση συνεχίζει να «επιδιώκει μια θετική εμπορική και επενδυτική σχέση με την Κίνα», για να αναφερθώ και στην πρόσφατη έκθεσή της.

Ο ίδιος ο όρος «Ινδο-Ειρηνικός» προδίδει το γεγονός ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έμαθε τον ενθουσιασμό του από τα υπέρ του ατλαντισμού [6] think tanks [7]. Οι ανησυχίες για την θαλάσσια ασφάλεια της Ανατολικής Ασίας και τις κινεζικές στρατιωτικές δυνατότητες αντικατοπτρίζουν τις αμερικανικές ανησυχίες και όχι τα προβλήματα μιας μεσαίου μεγέθους νησιωτικής δύναμης που βρίσκεται στην δυτική ακτή της Ευρασίας. Αυτή η προσοχή σε απομακρυσμένους στόχους αντικατοπτρίζει την αειθαλή Βρετανική παρόρμηση να ευχαριστεί την Ουάσιγκτον και να παίζει σε οποιοδήποτε θέμα απασχολεί περισσότερο τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το Ηνωμένο Βασίλειο γνωρίζει με ποιού πλευρά βρίσκεται στην γεωπολιτική σύγκρουση μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά τα σκληρά μαθήματα του Αφγανιστάν και του Ιράκ δίδαξαν σίγουρα στο Λονδίνο ότι το «Τι υπάρχει σε αυτό για εμάς;» πρέπει να είναι το πρώτο ερώτημα που [οφείλουν να] θέτουν οι ηγέτες της. Το να ακολουθηθεί η Ουάσιγκτον στα επικίνδυνα νερά της Ανατολικής Ασίας απλώς και μόνο επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες επιμένουν ότι είναι ένα είδος δοκιμασία πίστης, δεν αποτελεί αποτελεσματική χρήση των μειωμένων αλλά ακόμη σημαντικών δυνατοτήτων [του Ηνωμένου Βασιλείου] μετά το Brexit.

Αντίθετα, το Λονδίνο πρέπει να ξεχωρίσει τον δικό του ρόλο. Κάτι τέτοιο σημαίνει να καταλάβει τον χώρο μεταξύ των Βρυξελλών και της Ουάσινγκτον -ωθώντας και τους δύο προς τις θέσεις του σε θέματα που έχουν σημασία για τους Βρετανούς πολίτες, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου, των ψηφιακών υπηρεσιών, και της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Ακριβώς όπως η Ουάσιγκτον χρησιμοποιεί συχνά την στενή σχέση της με συγκεκριμένα κράτη-μέλη της ΕΕ (και την τεράστια δύναμη πίεσής της προς τις Βρυξέλλες) για να επιβάλει παραχωρήσεις σε θέματα όπως η ιδιωτικότητα, το Λονδίνο μπορεί τώρα να παίξει ένα παρόμοιο επιλεκτικό και ευέλικτο παιχνίδι. Τα επόμενα χρόνια, για παράδειγμα, το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την θέση του στην αγορά και την πολιτική του επιρροή για να διαμορφώσει κανονισμούς της ΕΕ για την πράσινη τεχνολογία. Σε άλλους τομείς, όπως η διανομή εμβολίων COVID-19, μπορεί να επιλέξει να χαράξει την δική του πορεία.

Η μετάβαση σε αυτόν τον νέο ρόλο θα απαιτήσει μια προθυμία να αποδεχτεί την σημασία της ΕΕ -και έναν βαθμό ταπεινότητας που δεν προκύπτει με φυσικό τρόπο στους σύγχρονους Βρετανούς ηγέτες. Ο Τζόνσον έχει βασίσει την ταυτότητα της κυβέρνησής του σε μια νοσταλγική αντήχηση του βρετανικού μεγαλείου -κάτι που συνεπάγεται αναγκαστικά τον διαχωρισμό από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμη χειρότερα, η πικρή εμπειρία των ατελείωτων διαπραγματεύσεων για το Brexit δεν άφησε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και στις δύο πλευρές της Μάγχης να προσπαθούν να βρουν νέους τομείς συνεργασίας.

Ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο είτε θα επωφεληθεί από την εγγύτητά του με το περίεργα ζωηρό πτώμα της ΕΕ είτε θα εξασθενίσει σε μια νοσταλγική ασχετοσύνη.

Σύνδεσμοι:
[1] http://campaignforanindependentbritain.org.uk/daniel-hannans-brilliant-v...,
[2] https://www.gov.uk/government/collections/global-britain-delivering-on-o...
[3] http://www.ft.com/content/bf70b80e-8b39-11e8-bf9e-8771d5404543
[4] http://www.gov.uk/government/speeches/a-force-for-good-in-a-competitive-...
[5] http://ukandeu.ac.uk/brexit-is-not-done-this-deal-is-no-game-set-and-match/
[6] https://www.atlanticcouncil.org/region/indo-pacific/
[7] https://policyexchange.org.uk/news/policy-exchange-announces-new-indo-pa...

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2021-03-23/delusions-glob...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition»

Post a Comment

Παρακαλώ να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες και να είστε κόσμιοι στις εκφράσεις σας. Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο με γκρικλις και ξένη γλώσσα θα διαγράφετε. Ευχαριστώ!

"Πολλά είναι αυτά που λέγονται και δεν γίνονται, πολλά είναι επίσης αυτά που γίνονται και δεν λέγονται"